θαλασσοκόρακας

θαλασσοκόρακας
ο баклан (птица)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "θαλασσοκόρακας" в других словарях:

  • θαλασσοκόρακας — ο είδος πουλιού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -θαλασσ(ο) — πρώτο συνθετικό λέξεων που προσδίδει στο δεύτερο συνθετικό τη σημασία: α) σχέσης με τη θάλασσα («θαλασσόλυκος», «θαλασσασφάλεια» β) δοκιμασιών, βασάνων («θαλασσοπνίγομαι», «θαλασσοδέρνω») γ) αναστάτωσης, ταραχής («θαλασσοποιώ»). ΣΥΝΘ. (Α… …   Dictionary of Greek

  • φαλακροκορακίδες — (Phalacrocoracidae). Οικογένεια πουλιών της τάξης των πελεκανόμορφων ή στεγανόποδων. Αριθμεί γύρω στα 30 είδη, γνωστά κυρίως με την κοινή ονομασία κορμοράνοι. Στις ελληνικές περιοχές ζουν τρία είδη, ο φαλακροκόρακας ο άνθρακας (αλλιώς κορμοράνος …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»